Έφτασα στην άκρα άκρα του γκρεμού, μια Ελληνική σημαία, ίσως η ομορφότερη που έχω δει ποτέ μου, και μια σπηλιά που κατεβαίνεις για να τον συναντήσεις. Ήταν εκεί, αμίλητος, γυαλιστερός, αληθινός Άγιος, με σκοτεινό μάτι και δροσερό αίμα.
Για να βρεθεί κάποιος στα ερείπια της Αρχαίας (Δωρικής) Βρυκούντος ακολουθεί το 2,5 ωρών – κατά το ήμισυ βατό, το υπόλοιπο επικίνδυνο με σαθρά χώματα έως κατσάβραχα – μονοπάτι με μεγάλη υπομονή. Το θέαμα εξωπραγματικό, ένιωσα πως ζύγωνα το Θεό. Κατά τη μέση της διαδρομής είπα να κινήσω για πίσω, πως δεν ήμουν άξιος να δρασκελίσω το κατώφλι του ιερού Ναού του Άϊ Γιάννη. Δεν είχα νηστέψει κιόλα όπως απαιτούν οι θρησκείες, μα όσο περνούσε ο δρόμος δυνάμωνε η σάρκα, ένιωσα ότι μπορώ να παλέψω.
Έφτασα στην άκρα άκρα του γκρεμού, μια Ελληνική σημαία, ίσως η ομορφότερη που έχω δει ποτέ μου, και μια σπηλιά που κατεβαίνεις για να τον συναντήσεις. Ήταν εκεί, αμίλητος, γυαλιστερός, αληθινός Άγιος, με σκοτεινό μάτι και δροσερό αίμα. Αλάφρωσα από το πολύ δρόμο, δροσέρεψα στο υπόγειο μέσα σε σπηλιά καλά κρυμμένο ξωκλήσι, άναψα ένα κερί, βγήκα πάλι έξω στο φως, δεν ήταν κανείς εδώ.
Τέτοια μέρα, παραμονή της εορτής του, λαμβάνει χώρα εδώ το ωραιότερο πανηγύρι του Αιγαίου.
Οφέτος όμως δυο πρόσφατοι θάνατοι στην Όλυμπο, κράτησαν σε πένθος όλο το χωριό (στην Όλυμπο το κρατούν το πένθος) και επιπλέον λόγω των μέτρων του covid, ήμουν τελικά ο μοναδικός πρωινός επισκέπτης.
Κίνησα να φύγω, σφάλισα για λίγο τα μάτια, με μιας ακούστηκε η πρώτη (δ)οξαριά, ο ήχος από τη λύρα με τα ασημοκούδουνα!
Γύρισα και είδα το Μιχάλη το Ζωγραφίδη, τον Γιάννη Αντεμισιάρη, τον Γιάννη τον Κατηνιάρη, να έχουν αρχίσει το γλέντι!
Σάστισα, ξανασφάλισα τα μάτια μου, είδα καθαρότερα, πάνω στο τραπέζι, όπως συνηθίζουν να ανεβαίνουν τα όργανα στην Όλυμπο, ο αδερφός της Αρχοντούλας, ο Αντώνης Νικολαίδης, που τόσο άδικα έφυγε πριν λίγα χρόνια, όταν τον έκλεψαν οι θεοί σε αντίποινα μάλλον, για την δική τους αρπαγή απ´τους Κ-αρπά-θιούς, να τους παίζει τσαμπούνα και στο βάθος γυναίκες και παιδιά, οδοιπόροι και τασιμάρηδες να δρασκελίζουν το αρχαίο Δωρικό μονοπάτι, πολύχρωμα τσεμπέρια να ανεμίζουν στον αέρα,
όλοι μαζί να σιμώνουν του Αγίου,
κι ο Πάνω χορός ν´ανάφτει…
Ξεσφάλισα τα μάτια, απόλυτη ησυχία, μονάχα ο ήχος από τη θάλασσα.
Θαρρώ πως σήμερα νικήθηκε ο θάνατος.
Κείμενα – φωτογραφίες: Παναγιώτης Μουτσάκης